Προσθέστε
Συνδεθείτε
Εγγραφείτε
Βρείτε μια λέξη
Προσθέστε
Προφέρετε
eLearning
Γλώσσες
Οδηγοί
Κατηγορίες
Γεγονότα
Χρήστες
Βρείτε μια λέξη
Γλώσσες
Προφορά
Αγγλικά > Γαλλικά
Αγγλικά > Γερμανικά
Αγγλικά > Ιαπωνικά
Αγγλικά > Ισπανικά
Αγγλικά > Ιταλικά
Αγγλικά > Πορτογαλικά
Αγγλικά > Ρώσσικα
Γαλλικά > Αγγλικά
Γαλλικά > Γερμανικά
Γαλλικά > Ιαπωνικά
Γαλλικά > Ισπανικά
Γαλλικά > Ιταλικά
Γαλλικά > Πορτογαλικά
Γαλλικά > Ρώσσικα
Γερμανικά > Αγγλικά
Γερμανικά > Γαλλικά
Γερμανικά > Ιαπωνικά
Γερμανικά > Ισπανικά
Γερμανικά > Ιταλικά
Γερμανικά > Πορτογαλικά
Γερμανικά > Ρώσσικα
Ιαπωνικά > Αγγλικά
Ιαπωνικά > Γαλλικά
Ιαπωνικά > Γερμανικά
Ιαπωνικά > Ισπανικά
Ιαπωνικά > Ιταλικά
Ιαπωνικά > Πορτογαλικά
Ιαπωνικά > Ρώσσικα
Ισπανικά > Αγγλικά
Ισπανικά > Γαλλικά
Ισπανικά > Γερμανικά
Ισπανικά > Ιαπωνικά
Ισπανικά > Ιταλικά
Ισπανικά > Πορτογαλικά
Ισπανικά > Ρώσσικα
Ιταλικά > Αγγλικά
Ιταλικά > Γαλλικά
Ιταλικά > Γερμανικά
Ιταλικά > Ιαπωνικά
Ιταλικά > Ισπανικά
Ιταλικά > Πορτογαλικά
Ιταλικά > Ρώσσικα
Πορτογαλικά > Αγγλικά
Πορτογαλικά > Γαλλικά
Πορτογαλικά > Γερμανικά
Πορτογαλικά > Ιαπωνικά
Πορτογαλικά > Ισπανικά
Πορτογαλικά > Ιταλικά
Πορτογαλικά > Ρώσσικα
Ρώσσικα > Αγγλικά
Ρώσσικα > Γαλλικά
Ρώσσικα > Γερμανικά
Ρώσσικα > Ιαπωνικά
Ρώσσικα > Ισπανικά
Ρώσσικα > Ιταλικά
Ρώσσικα > Πορτογαλικά
Αναζήτηση
Κατηγορία:
płakać
Εγγραφείτε στις προφορές στα płakać
λέξεις στα 20 χαρακτηρισμένες ως "płakać".
Ταξινόμηση
ανά ημερομηνία
ανά δημοτικότητα
αλφαβητικά
pochlipywać εκφώνηση
pochlipywać
[
pl
]
płaczliwie εκφώνηση
płaczliwie
[
pl
]
wypłakiwać εκφώνηση
wypłakiwać
[
pl
]
opłakiwanie εκφώνηση
opłakiwanie
[
pl
]
wypłakiwać oczy εκφώνηση
wypłakiwać oczy
[
pl
]
płakać rzewnymi łzami εκφώνηση
płakać rzewnymi łzami
[
pl
]
płaksa εκφώνηση
płaksa
[
pl
]
płacz εκφώνηση
płacz
[
pl
]
mazgaj εκφώνηση
mazgaj
[
pl
]
z uciechy εκφώνηση
z uciechy
[
pl
]
bezgłośnie εκφώνηση
bezgłośnie
[
pl
]
płaczące εκφώνηση
płaczące
[
pl
]
szlochać εκφώνηση
szlochać
[
pl
]
żałośnie εκφώνηση
żałośnie
[
pl
]
beksa εκφώνηση
beksa
[
pl
]
lamentacje εκφώνηση
lamentacje
[
pl
]
nie płacz εκφώνηση
nie płacz
[
pl
]
płacząc εκφώνηση
płacząc
[
pl
]
plącząca - płacząca εκφώνηση
plącząca - płacząca
[
pl
]
płakało εκφώνηση
płakało
[
pl
]